ESOTERICA

Κανένα γεγονός που εναντιώνεται ή αντιτίθεται στην όποια προσωπική κρίση του καθενός δεν μπορεί να ιδωθεί, να εξηγηθεί και τελικώς να γίνει αποδεκτό ως πραγματικό, υπό το κράτος του φόβου και της αμφιβολίας για την πιθανή ύπαρξή του.
(" Το νησί κάτω από την ομίχλη", εκδόσεις Καστανιώτη - 2010)


Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

Εκτός προγράμματος…προσωπικά!

Και ξαφνικά δεν ξέρω τι να γράψω.
Δεν υπάρχει σε τίποτα νόημα, λέω.
Κι αποφασίζω να μη γράψω.
Σβήνω τα files το ένα μετά το άλλο, ενώ κανονικά θα έπρεπε να πετάω άπειρα χαρτιά στο καλάθι των αχρήστων. Ετσι, να δικαιολογήσω τουλάχιστον την ύπαρξή μου ως συγγραφέα, αφού ούτε καταραμένος είμαι , ούτε αλκοολικός ούτε μέσα στην «αμαρτία» ζω, δεν είμαι ένας Ζενέ, ένας Ρεμπώ, ούτε καν ένας Κορτώ! Πολύ  clean cut για να είμαι συγγραφέας.
Και απογοητεύομαι αλλά κάνω ακόμα μια προσπάθεια.
Το χειρότερο από όλα είναι πως  δε νομίζω ότι έχω κάτι νέο να πω.
Ενα «Τίποτα» έχει καρφωθεί στο μυαλό μου. Και παίρνει τη μορφή της πραγματικότητας, που είχα κτίσει με όνειρα και φαντασία.
Κι αυτό το «Τίποτα» διαφεντεύει τα πάντα πλέον! Εχει υπερισχύσει.
Προσπαθώ να το εξηγήσω για να το νικήσω.
Αναρρωτιέμαι...         
Πόσο ευφάνταστος να γίνω πια ; Οι πολιτικοί με έχουν ξεπεράσει με τις εξηγήσεις, τις δικαιολογίες, και τις εμπεριστατωμένες τάχα απόψεις τους , που δεν πείθουν πια ούτε τα νήπια.
Πόσο αστείος να φανώ και τι κωμικό να πω; Ο Λιάπης έσπασε όλα τα ρεκόρ αστειότητας, γελοίας φιγούρας, κωμικής περσόνας  με αμίμητες ατάκες που θα ζήλευε ακόμα και ο Σακελλάριος, ενώ οι συνεδριάσεις της Βουλής  θα μπορούσαν να αποτελέσουν εκπληκτικό υλικό στα χέρια των Μόντι Πάϊθονς .
Πόσο πιο δραματικά μπορώ να εκθέσω τα πράγματα ; Ο άστεγος της οδού Δεληγιώργη , με τις 5 ξένες γλώσσες, που κοιμάται στην κλειστή είσοδο του χρεωκοπημένου ξενοδοχείου στο οποίο δούλευε κάποτε, οι νεκροί από τις πυρκαγιές εξ αιτίας των τζακιών και τις αναθυμιάσεις από μαγκάλια δεν επιδέχονται τίποτα πιο δραματικό.
Πόση ειρωνία, πόση κοροϊδία  να παραθέσω στα γραπτά μου : Οι τραπεζικές καταθέσεις των βουλευτών, οι μισθοί τους , τα bonus και οι αποζημίωσεις τους, το κάνουν έμπρακτα καλύτερα από τον καθένα μας.
Τι αγωνία, τι σασπένς, τι ίντριγκα να εφεύρω, όταν τα  προπετάσματα καπνού  των πολιτικών  που αφορούν σε κάθε τομέα της κοινωνίας για να τυφλώσουν τους αδαείς πολίτες ,  δεν έχουν προηγούμενο.
Τι δικαστικό, τι αστυνομικό μυθιστόρημα να γράψω όταν οι παρωδίες των δικαστηρίων και του αστυνομικού δελτίου  έχουν καταλύσει κάθε έννοια!
Τι αισθηματική νουβέλα να σκαρώσω, όταν ο έρωτας είναι σε δεύτερη, Τρίτη θέση ή και ανύπαρκτη ακόμα μπροστά στις ανάγκες για απλή ειβίωση.
Ούτε καν μια επιθεώρηση μπορώ να γράψω, φαντάζομαι ο Σεφερλής θα έχει σοβαρό προβλημα αφού οι κυβερνώντες και τα δημόσια πρόσωπα  δεν αφήνουν περιθώρια διακωμώδησης. Τα καταφέρνουν από μόνοι τους μια χαρά.
Να γράψω για τα Χριστούγεννα που έρχονται; Για το Χριστουγεννιάτικο πνεύμα που θα έπρεπε να μας διακατέχει όλους; Να το γράψω. Να δώσω λίγο θάρρος και ελπίδα με την φτωχική μου πένα,  άσχετα αν δεν το πιστεύω κι εγώ ο ίδιος. Ασχετα αν γύρω τίποτα δεν με κάνει να το πιστέψω. Να το κάνω αν αυτό απαιτεί η συγγραφική δεοντολογία.
Να γράψω για μια πόλη που προσπαθεί να γιορτάσει; Που ο εξαναγκασμός Γιορτάστε-μη-πιστευετε-κανέναν- μίζερο,  κάνει τους ανθρώπους να ξεχύνονται στους δρόμους χωρίς να ξέρουν κι αυτοί οι ίδιοι γιατί; Να το γράψω. Πόσοι θα με πιστέψουν;
Να μεταδώσω αισιοδοξία; Ελπίδα; Χαρά; Να το κάνω, άσχετα αν όλα αυτά έχουν καταρρεύσει μέσα μου, εξαιτίας όχι μόνο της κατάστασης που βιώνουμε  αλλά και προσωπικών δυσκολιών ή των οικείων , αγαπημένων προσώπων, που λες και κάποιος δαιμόνιος Θεός περίμενε αυτές τις μέρες για να μας ταλαιπωρήσει. Η επισκέψεις στα νοσοκομεία έγινε καθημερινότητα, ενώ η  επίσκεψη σ’ ένα νεκροταφείο , ήρθε ως ωραιότατο κερασάκι στην τούρτα.
Δεν ξέρω τι να γράψω. Δεν θέλω να γράφω δυσοίωνα, δεν είμαι τέοιος άνθρωπος.  Θέλω να γράφω χαρούμενα πράγματα, ωραία, αισιόδοξα, για καλούς ανθρώπους.  Για ωραίες ευτυχισμένες στιγμές. Θέλω έτσι να ευχαριστήσω τον εαυτό μου και τους γύρω μου που περιμένουν κάτι καλό να διαβάσουν  από μένα.
Προσπαθώ να το βρώ,με πόνο ψυχής.  Μερικές φορές τα καταφέρνω και το γράφω. Αλλά είναι μια μέρα η σημερινή,  που τίποτα δεν μπορώ να σκεφτώ.
Πολύ φοβάμαι ότι το «Τίποτα»  που καταστρέφει τη Φαντασία στην «Ιστορία χωρίς τέλος» του Εντε, καταστρέφει και τον κόσμο μου.
Και τρομάζω!